Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Όταν οι άλλοι κάνουν παρέλαση σαν γατιά έξω από την πόρτα του γαλατά (ΔΝΤ),εμείς βγαίνουμε στα κεραμίδια.

Κυριακή 24 Μαΐου 2015

ΓΙΑΤΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΚΑΝΕΙ, ΑΠΛΩΣ, ΜΙΑ ΣΤΑΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ;

- Χρέος; Ποιό χρέος;


πηγή:

ΤΟΥ ΖΕΡΟΜ ΡΟΥΣ*

Καθώς το ελληνικό δράμα φτάνει στην κορύφωσή του, με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να προειδοποιεί τον Υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ και την επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ότι τα ταμειακά αποθέματα της χώρας εξαντλούνται και ότι η κυβέρνηση δεν θα αποπληρώσει την δόση προς στο Ταμείο αν δεν λάβει χρηματοδότηση πριν τις αρχές Ιουνίου, τίθεται ένα κρίσιμο ερώτημα: Γιατί η ριζοσπαστική Αριστερά δεν τελειώνει απλά μ' αυτήν την ιστορία, κηρύσσοντας μορατόριουμ επί του οφειλόμενου χρέους; Γιατί φροντίζει, πρώτα απ' όλα, για τους πιστωτές της;

Το ερώτημα μπορεί να ακούγεται κοινότοπο, αλλά γίνεται όλο και πιο περίπλοκο, αν εξετάσουμε την κρίση χρέους της Ελλάδας στην ιστορική της προοπτική. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης της δεκαετίας του 1930, η Ελλάδα --μαζί με τις περισσότερες χώρες της Ανατολικής και της Νότιας Ευρώπης, και σχεδόν όλες της Λατινική Αμερική-- προέβη σε αναστολή πληρωμών του χρέους σε ξένους ομολογιούχους, απαντώντας έτσι στα οικονομικά της προβλήματα. Η οικονομική ιστορία είναι γεμάτη με τέτοια μονομερή μορατόριουμ. Στην πραγματικότητα, πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η στάση πληρωμών ήταν, απλά, μέρος των κανόνων του παιχνιδιού.

Το αποτέλεσμα αυτών των διαδεδομένων πρακτικών ήταν το βάρος της προσαρμογής να πέφτει συνήθως στους δανειστές. Πολλοί οικονομολόγοι έχουν παρατηρήσει, λ.χ., ότι χώρες που είχαν χρεοκοπήσει κατά τη δεκαετία του 1930 ανέκαμψαν ταχύτερα από εκείνες που δεν το έκαναν. Οι χώρες που ξεπλήρωσαν τα χρέη τους εξαναγκάστηκαν να υιοθετήσουν υφεσιακές πολιτικές (δηλαδή μέτρα λιτότητας), προκειμένου να εξοικονομήσουν τα χρήματα με τα οποία θα πλήρωναν τα χρέη τους. Η μεταφορά των εν ανεπαρκεία πόρων στο εξωτερικό συνέβαλε ευθέως στο βάθεμα της κρίσης.

Γιατί λοιπόν η Ελλάδα δεν ακολουθεί τον ίδιο δρόμο και σήμερα; Εάν, σε παλιότερες εποχές, η στάση πληρωμών ήταν μια κανονικότητα για πολύ λιγότερο ριζοσπαστικές κυβερνήσεις, γιατί η πιο αριστερή κυβέρνηση στη νεότερη ιστορία της Ευρώπης δεν κάνει, απλά, το ίδιο;

Διαρθρωτικές αλλαγές στον καπιταλισμό
Η σύντομη απάντηση είναι ότι ο κόσμος έχει αλλάξει με δραματικό τρόπο από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και μετά. Ο σημερινός καπιταλισμός δεν έχει καμιά σχέση με τον καπιταλισμό του παρελθόντος. Δεν έχουμε να κάνουμε με την κεϋνσιανή συναίνεση, που κυριάρχησε κατά τη διάρκεια των μεταπολεμικών δεκαετιών και διαμόρφωσε το σύστημα του Μπρέτον Γουντς, που οι κρίσεις χρέους ήταν σχεδόν ανύπαρκτες. Ούτε με τον φιλελευθερισμό του laissez-faire, του λεγόμενου «πρώτου κύματος της παγκοσμιοποίησης» στην εποχή του κανόνα χρυσού (1880-1914), όταν οι στάσεις πληρωμών ήταν ακόμη ευρέως διαδεδομένες.

Σε αντίθεση με παλαιότερες εποχές, ο σημερινός καπιταλισμός έχει πλήρως χρηματιστικοποιηθεί. Αυτό με τη σειρά του, έχει ευρύτατες συνέπειες, και όχι μόνο για την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου εντός του συνολικού καθεστώτος συσσώρευσης. Επίσης, έχει επηρεάσει τη φύση του καπιταλιστικού κράτους και των σχέσεών του με τους ιδιώτες πιστωτές. Για να συνοψίσουμε μια μακρά και περίπλοκη ιστορία, μπορούμε να προσδιορίσουμε τουλάχιστον τρεις διαρθρωτικές αλλαγές που μας εξηγούν, εν πολλοίς, γιατί οι κυβερνήσεις δεν λογοδοτούν πια στους πληθυσμούς των χωρών τους, αλλά στους διεθνείς δανειστές και τις εγχώριες ελίτ.

Πρώτον, η αυξανόμενη συγκέντρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών έχει υποχρεώσει τις χώρες της περιφέρειας να εξαρτώνται ολοένα και περισσότερο από ολοένα και μικρότερες ομάδες διεθνών τραπεζών και θεσμικών επενδυτών, συστημικά σημαντικών και με μεγάλη πολιτική επιρροή.

Δεύτερον, έχουν δημιουργηθεί μια σειρά διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, με σημαντικότερα το ΔΝΤ και την ΕΚΤ, τα οποία μπορούν να παρέμβουν όποτε ο οφειλέτης βρίσκεται σε κίνδυνο, παρέχοντας επείγοντα δάνεια «διάσωσης» (υπό αυστηρούς πολιτικούς όρους), έτσι ώστε τα χρέη να μπορούν να αποπληρωθούν.

Τρίτον, η χρηματιστικοποίηση συνέβαλε στην εδραίωση αυτού που ο Ντέιβιντ Χάρβεϋ αποκαλεί «κρατικο-οικονομικό σύμπλεγμα», σε τέτοιο σημείο που οι κυβερνήσεις και οι εθνικές οικονομίες εξαρτώνται απολύτως από τις κεντρικές τράπεζες και το εγχώριο ιδιωτικό τραπεζικό σύστημα. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι τραπεζίτες έχουν αποκτήσει εξαιρετικά ισχυρή επιρροή στην οικονομική πολιτική, ακόμη και όταν οι ίδιοι (ή οι φίλοι τους) δεν είναι στην κυβέρνηση.

Αυτές οι τρεις αλλαγές ήταν οι βασικές αιτίες για την εγκατάλειψη της γενικευμένης πρακτικής της χρεοκοπίας, που αποτελούσε τον κανόνα πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και την απίστευτη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του οφειλέτη που έχει κυριαρχήσει υπό το νεοφιλελεύθερο καθεστώς της χρηματιστικοποίησης. Από την κρίση χρέους του Μεξικού του 1982 --και των χωρών της Λατινικής Αμερικής και του Τρίτου Κόσμου που ακολούθησαν--, οι κυβερνήσεις γενικά προσπαθούν να αποφύγουν την αναστολή πληρωμών με κάθε κόστος.

Βεβαίως, υπήρξαν και εξαιρέσεις. Η Ρωσία έκανε στάση πληρωμών το 1998, αν και οι συνέπειες περιορίστηκαν κυρίως στους εγχώριους πιστωτές και τα αδίστακτα κερδοσκοπικά αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου των ΗΠΑ. Η κρίση της Αργεντινής, στα τέλη του 2001, κλόνισε ελαφρώς τη βεβαιότητα του νεοφιλελεύθερου αήττητου, αλλά μια πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει ότι η χρεοκοπία της χώρας στην πραγματικότητα προκλήθηκε από εσκεμμένες ενέργειες του συμπλέγματος Γουώλ Στρητ-ΔΝΤ-Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ. Έτσι, το Εκουαδόρ απομένει η μόνη χώρα που έχει κατορθώσει μια μονομερή αθέτηση πληρωμών κατά τις τελευταίες δεκαετίες -- αλλά ακόμη και αυτή δεν το έπραξε με τον ξεκάθαρο τρόπο της δεκαετίας του 1930.

Η δομική δύναμη των πιστωτών
Σε αδρές γραμμές, μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι ο γενικός κανόνας που διέπει σήμερα τη διεθνή οικονομία είναι ότι οι χώρες θα αποπληρώσουν τα δάνεια τους, ακόμα και κάτω από πολύ σκληρές συνθήκες, και πολύ σπάνια --αν όχι ποτέ--θα κηρύξουν στάση πληρωμών για τις διεθνείς υποχρεώσεις τους.

Αυτό, στην περίπτωση της Ελλάδας, οδήγησε στην εξής περίεργη κατάσταση: ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο φλογερός Έλληνας υπουργός Οικονομικών, έχει δεσμευθεί να «επιστρέψει στους ιδιώτες πιστωτές και την τελευταία δεκάρα» και να υπόσχεται να «στύψει ακόμα και τις πέτρες» για την αποπληρωμή του ΔΝΤ. Οι δηλώσεις αυτές είναι εντελώς ασύστατες, δεδομένου ότι ο ίδιος Βαρουφάκης, πριν γίνει υπουργός, ισχυριζόταν ότι το χρέος δεν μπορεί να πληρωθεί και ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε «δείξει το δάχτυλο» στη Γερμανία, κηρύσσοντας στάση πληρωμών εδώ και καιρό.

Βέβαια, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι οι υπαναχωρήσεις του ΣΥΡΙΖΑ και οι αμφιταλαντευόμενες δηλώσεις Βαρουφάκη σχετικά με το εάν το χρέος μπορεί και πρέπει να αποπληρωθεί, δεν είναι αποτέλεσμα προσωπικής λιγοψυχίας μπροστά στο ζήτημα ούτε το μεγάλο σινιάλο που αναγγέλλει την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ έναντι των ψηφοφόρων του. Αντίθετα, αυτό που έχει συμβεί είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει υποκύψει στη δομική δύναμη των πιστωτών της, και η ηγεσία του κόμματος είναι απρόθυμη να το αντιμετωπίσει, επιδιώκοντας μια ρήξη.

Εν τέλει, όλα τα καπιταλιστικά κράτη μένουν όρθια ή καταρρέουν ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση. Αυτό που έχει σημασία για μια κυβέρνηση σε μια κατάσταση όπως η Ελλάδα σήμερα είναι αν μπορεί να πληρώσει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και τις συντάξεις και, εν τέλει, την αστυνομία και τον στρατό. Αυτό που έχει σημασία, επιπλέον, είναι αν κυκλοφορεί χρήμα στην εγχώρια οικονομία και αν τα ΑΤΜ εξακολουθούν να δουλεύουν, όταν ο κόσμος πάει να σηκώσει χρήματα.

Εάν, μέσα σε αυτό το πολύπλοκο σύστημα κυκλοφορίας του χρήματος υπάρξει ένα ξαφνικό εμπόδιο ή μπλοκάρισμα του συστήματος --αν το κράτος δεν μπορεί πλέον να πληρώσει τους υπαλλήλους ή εάν οι τράπεζες αναγκαστούν να κατεβάσουν ρολά και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις δεν μπορούν πλέον να αποκτήσουν εμπορική πίστωση-- το όλο σύστημα κυριολεκτικά καταρρέει.

Η Ιστορία μας λέει ότι το αποτέλεσμα μιας τέτοιας οικονομικής εμπλοκής δεν είναι συνήθως διόλου ευχάριστο γι' αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία. Η κατάρρευση της Αργεντινής μετά τη στάση πληρωμών τον Δεκέμβριο του 2001 είναι μια τέτοια περίπτωση. Μόλις πριν λίγες ημέρες, η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποίησε απειλητικά ότι το κλείσιμο των τραπεζών ενδέχεται να έχει τις ίδιες συνέπειες στην Ελλάδα σήμερα: «Θα δούμε εξεγέρσεις που δεν έχουμε δει μέχρι τώρα κατά τη διάρκεια της κρίσης. Θα τρέξει αίμα στους δρόμους». Μολονότι αυτές οι αναγγελίες έχουν μια γερή δόση υπερβολής, δεν μπορούμε να αρνηθούμε τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις μιας χρεοκοπίας.

Το διάχυτο κόστος της στάσης πληρωμών
Στο παρελθόν, οι κυβερνήσεις που προχωρούσαν σε χρεοκοπία ήταν σε θέση να αποφύγουν το εσωτερικό κόστος, κηρύσσοντας στάση πληρωμών αποκλειστικά απέναντι στους ξένους δανειστές. Κατά τη διαδικασία αυτή, το βάρος της προσαρμογής έπεφτε στους ιδιώτες ομολογιούχους των χωρών-πιστωτών και οι εναπομείναντες πόροι μπορούσαν να επανεπενδύονται για να αμβλύνουν τις κοινωνικές συνέπειες της κρίσης και να επιταχύνουν την ανάκαμψη. Ωστόσο, στις πολύπλοκες και εξαιρετικά αλληλένδετες χρηματοπιστωτικές αγορές των καιρών μας, μια τέτοια διάκριση μεταξύ εξωτερικού και εγχώριου χρέους δεν είναι πλέον δυνατή. Η στάση πληρωμών για έναν, θα είναι στάση πληρωμών για όλους.

Όλα αυτά καθιστούν μια αναστολή των πληρωμών πολύ οδυνηρή βραχυπρόθεσμα. Εκτός από την --τόσο συχνά επαναλαμβανόμενη-- «καταστροφή» της έξωσης από την ευρωζώνη, οι δευτερογενείς επιπτώσεις της χρεοκοπίας θα επεκταθούν σε όλη την έκταση της εγχώριας οικονομίας και θα διαχυθούν σε όλο τον κοινωνικό ιστό, απειλώντας την πολιτική σταθερότητα. Καμιά δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση --πόσο μάλλον μια αριστερή κυβέρνηση-- δεν θα ήθελε να αναλάβει την ευθύνη της πυροδότησης (πόσο μάλλον της καταστολής) μιας λαϊκής εξέγερσης, εξαιτίας των χαμένων μισθών και συντάξεων.

Η κρίσιμη άλλη όψη της ιστορίας είναι, βέβαια, ότι ένα τέτοιο κόστος αποδεικνύεται, εν γένει, σχετικά βραχυχρόνιο: εφόσον η κυβέρνηση είναι προετοιμασμένη για το σοκ και καταφέρει να παραμείνει στην εξουσία, θα τα καταφέρει. Βοηθούμενη από ευνοϊκές εξωτερικές συνθήκες, η ανάκαμψη της Αργεντινής άρχισε έξι μήνες μετά. Οι συνθήκες για την Ελλάδα είναι βέβαια λιγότερο ρόδινες, παραταύτα δεν υπάρχει λόγος να μην πιστεύουμε ότι η μονομερής αθέτηση πληρωμών, ακολουθούμενη από μια ρήξη με το ευρώ, δεν θα οδηγήσει σε ανάκαμψη εντός μερικών μηνών. Προφανώς, η κυβέρνηση θα πρέπει να έχει ένα καλά μελετημένο Σχέδιο Β΄, που θα της επιτρέψει να ξεπεράσει τη δύσκολη μεταβατική περίοδο.

Έτσι, μερικές από τις πιο ριζοσπαστικές φωνές του ΣΥΡΙΖΑ καλούν την κυβέρνηση να πάρει το ρίσκο και να προβεί σε ρήξη με τους πιστωτές. Ωστόσο, η μετριοπαθής ηγεσία του κόμματος δεν φαίνεται πρόθυμη να το πράξει. Ενώ οι διαφορές μεταξύ των δύο στρατοπέδων μπορούν εν μέρει να αποδοθούν στις ιδεολογικές διαφορές στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και του φόβου της τιμωρίας από τους ψηφοφόρους για την έξοδο από την ευρωζώνη, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι, στις διεθνείς κρίσεις χρέους, η προτίμηση των λύσεων του συμβιβασμού με τους πιστωτές δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στην έλλειψη «πολιτικής βούλησης» των κυβερνητικών αξιωματούχων. Η εξάλειψη των στάσεων πληρωμών έχει καταστεί δομικό χαρακτηριστικό της παγκόσμιας οικονομίας. Στον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό, υπάρχουν αυστηροί περιορισμοί στις ενέργειες του κράτους. Όποια κυβέρνηση θελήσει πραγματικά να έρθει αντιμέτωπη με τους πιστωτές της, θα χρειαστεί να επιδιώξει μια πολύ πιο ριζική ρήξη.

Η Ελλάδα, σήμερα, εξακολουθεί να εξαρτάται από ξένες εισροές πίστωσης για να ανταποκριθεί στις δυσβάσταχτες υποχρεώσεις της. Δεδομένου ότι οι ιδιώτες επενδυτές έχουν σταματήσει εδώ και καιρό να αγοράζουν ελληνικό χρέος, οι μόνοι ικανοί να παρέχουν στην ελληνική κυβέρνηση το πολυπόθητο χρήμα είναι το Eurogroup και το ΔΝΤ. Και οι δύο παρακρατούν συμφωνημένες δόσεις και αρνούνται να δώσουν επιπλέον δάνεια, εκτός εάν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ παραδοθεί στις επιταγές των πιστωτών και αποκηρύξει το πρόγραμμα εναντίον της λιτότητας και των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, με το οποίο εξελέγη. H διατήρηση ενός βαθμού αυτονομίας από τους δανειστές απαιτεί μια ρήξη με τη λογική της εξυπηρέτησης του χρέους.

Στην άκρη του γκρεμού
Παρότι το δράμα είναι προφανές, υπάρχει μια λεπτή ειρωνεία πίσω απ' όλα αυτά. Η δομική δύναμη που διαθέτουν οι πιστωτές στη σημερινή χρηματιστικοποιημένη, σε πολύ μεγάλο βαθμό, παγκόσμια οικονομία κατάφερε, στη συντριπτική πλειονότητα των χρεωμένων χωρών, να αποτρέψει την επιλογή της μονομερούς αθέτησης των πληρωμών. Στην περίπτωση της Ελλάδας, όμως, η ακραία στάση των πιστωτών, η λυσσαλέα επιμονή τους για την πλήρη αποπληρωμή του χρέους και την άνευ όρων παράδοση των ριζοσπαστών του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει κίνδυνος να οδηγήσει σε αυτό ακριβώς που υποτίθεται ότι θέλει να εμποδίσει: μια μονομερή άτακτη στάση πληρωμών.

Το Eurogroup φαίνεται να παραβλέπει το γεγονός ότι ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης είναι ίσως οι πιο αξιόπιστοι σύμμαχοι των πιστωτών στην Ελλάδα σήμερα. Και οι δύο είναι μετριοπαθείς μεταρρυθμιστές, με ευρεία λαϊκή στήριξη, οι οποίοι αληθινά θέλουν να ξεπληρώσουν το χρέος, μολονότι ξέρουν ότι δεν μπορούν. Εξαναγκάζοντας τη σχετικά συνεργάσιμη ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ σε μια ταπεινωτική συμφωνία, οι πιστωτές μπορεί πραγματικά να ενισχύουν, εν τέλει, τους οπαδούς της ρήξης στο εσωτερικό της κυβέρνησης. Ή, επίσης, σε περίπτωση που αρνηθούν να υπογράψουν μια συμφωνία και συνεχίσουν να στερούν από την ελληνική κυβέρνηση την πίστωση έκτακτης ανάγκης από την οποία εξαρτάται η εξυπηρέτηση ώριμων υποχρεώσεων, μπορεί απλώς να κάνουν τη στάση πληρωμών αναπόφευκτη.

Αυτό δείχνει ότι ακόμη και τα πιο σφιχτά συστήματα δημοσιονομικού ελέγχου μπορεί να καταλήξουν να σκάσουν στα μούτρα εκείνων που τα ελέγχουν. Και ενώ δεν υπάρχει κανένας τρόπος να προβλέψουμε αν αυτό θα συμβεί στην περίπτωση της Ελλάδας, είναι σίγουρο ότι οι πιστωτές δεν μπορούν να επαναπαύονται από τώρα στις δάφνες τους. Ναι, η μονομερής αθέτηση πληρωμών έχει σε μεγάλο βαθμό εξαφανιστεί από την διεθνή οικονομία τις τελευταίες δεκαετίες. Ναι, οι κυβερνήσεις έχουν προ πολλού αλυσοδεθεί στους πιστωτές τους σε ένα σύστημα υπερ-χρηματιστικοποιημένου καπιταλισμού. Αλλά τίποτα απ' αυτά δεν εξασφαλίζει ότι τα ταμειακά αποθέματα θα επιτρέψουν στην ελληνική κυβέρνηση να πληρώσει εγκαίρως το 1,5 δισ. ευρώ για τη δόση του Ιουνίου στο ΔΝΤ.

Ασφαλώς, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι, στέκοντας στην άκρη του γκρεμού και αντιμέτωπη με έναν εξαιρετικά αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων, μια νέα και όχι επαρκώς προετοιμασμένη κυβέρνηση, όπως η ελληνική, διστάζει να πηδήξει εθελοντικά στον γκρεμό. Παρ' όλα αυτά, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα αντιδράσει, όταν τη σπρώξουν. Μήπως ήρθε η ώρα να δώσουμε μια μικρή ώθηση από τα κάτω;

*Ο Jerome Roos είναι ιδρυτής και εκδότης τoυ ηλεκτρονικού περιοδικού ριζοσπαστικής φαντασίας ROAR (roarmag.org). Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο TeleSUR English (28.3.2015) και στο ROAR (21.5.2015). Eδώ δημοσιεύεται με μικρές περικοπές και αλλαγές του συγγραφέα, ο οποίος το τελευταίο διάστημα ζει στην Αθήνα.
===================================================================================
Κεραμιδόγατος
ο μαντουμανταδόρος-(Β.Π)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου